Χρονολόγιο

Στην ενότητα αυτή παρουσιάζονται οι σταθμοί στην πορεία του Εθνικού Αρχείου Μνημείων από το 1977 μέχρι τις μέρες μας. Το Εθνικό Αρχείο Μνημείων κτίστηκε σταδιακά με μικρά και μεγαλύτερα βήματα, λάθη και επιτυχίες,  συγκεντρώνοντας και συντηρώντας το φυσικό ημιενεργό Αρχείο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και οργανώνοντας τη μετάβαση της καταγραφής και της τεκμηρίωσης των μνημείων στην ψηφιακή εποχή με οραματικά έργα πανελλήνιας κλίμακας.

1977

Συστήνεται η Διεύθυνση Αρχείου Μνημείων και Δημοσιευμάτων (ΔΑΜΔ). Mε το ΠΔ 941/1977, δηλαδή τον πρώτο μετά την δικτατορία Οργανισμό του Υπουργείου Πολιτισμού και Επιστημών, δημιουργείται η Διεύθυνση Αρχείου Μνημείων και Δημοσιευμάτων (ΔΑΜΔ), με αρμοδιότητα «την συλλογή και αρχειακή φύλαξι προς επιστημονική μελέτη παντός στοιχείου αφορώντος εις τα μνημεία προϊστορικών και κλασσικών αρχαιοτήτων και εις τα βυζαντινά και μεταβυζαντινά μνημεία, την τήρησι του αρχείου της Γενικής Δ/νσεως Αρχαιοτήτων και Αναστηλώσεως και την σύνταξι του γενικού ευρετηρίου των ανωτέρω», καθώς και την έκδοση δημοσιευμάτων σχετικών με τις αρχαιότητες και τα μνημεία.

Περισσότερα

Η Διεύθυνση στεγάζεται αρχικά σε γραφεία της πλατείας Καρύτση 10 και πρώτη προϊσταμένη είναι η Ευαγγελία Δεϊλάκη. Βασική μέριμνα του νομοθέτη αποτελεί αφενός η φύλαξη και προστασία του «ανενεργού» Αρχείου της Υπηρεσίας, το οποίο έχει διττό διοικητικό και επιστημονικό χαρακτήρα, αφετέρου η δημιουργία ενός ευρετηρίου ακινήτων μνημείων. Η νέα Υπηρεσία έχει ως αποστολή τη συγκέντρωση και ταξινόμηση των διάσπαρτων αρχείων, καθώς, όπως επισημαίνει σε υπηρεσιακό υπόμνημά της η Δεϊλάκη «λόγω του ειδικού αντικειμένου… δεν υπάρχουν χρονικά όρια για την αξία του Αρχείου, που είναι χρήσιμο για την ιστορία των μνημείων από της ιδρύσεως της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας μέχρι σήμερα. Μέσα από αυτό είναι δυνατόν να προέλθουν χρήσιμα στοιχεία, όχι μόνον για την Υπηρεσία ως προς την ιδιοκτησία της, τις παληές απαλλοτριώσεις, τις επεμβάσεις, και τις συντηρήσεις ή καταστροφές αρχαίων, αλλά και για την ίδια την επιστήμη και την αρχαιολογική έρευνα». Κατά το αρχικό διάστημα, οι εργασίες πρωτογενούς καταγραφής και ευρετηρίασης επικεντρώνονται  στην απογραφή των νεώτερων μνημείων στην Αθήνα, τον Πειραιά, καθώς και σε σημαντικά οικιστικά σύνολα της περιφέρειας.

Ο επιταχυντής για τη δημιουργία ενός κεντρικού μητρώου μνημείων στο Υπουργείο Πολιτισμού υπήρξε πράγματι η στροφή της προσοχής προς τα νεώτερα μνημεία. Αφενός διότι το Υπουργείο διέθετε σημαντικά αστικά ακίνητα στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας, τα οποία ήταν αναγκαίο να απογραφούν, ώστε να προστατευθούν από τις καταπατήσεις και να αξιοποιηθούν για τη στέγαση των Υπηρεσιών του και για ευρύτερους πολιτιστικούς σκοπούς. Αφετέρου διότι η εποχή της Μεταπολίτευσης συμπίπτει με το ανανεωμένο ενδιαφέρον που αποδίδεται τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο στην προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς με τον εορτασμό του Έτους Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς το 1975 και ακολούθως την υπογραφή της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Προστασία της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς (Γρανάδα 1985). Στο πλαίσιο αυτό οργανώνεται από τη ΔΑΜΔ η προαναφερθείσα καταγραφή των νεώτερων κτηρίων και συνόλων, «ασχέτως αισθητικής αξίας», όπως επισημαίνεται στο υπόμνημα Δεϊλάκη και Θεοτοκάτου, με περίπου 15.000 δελτία απογραφής και φωτογραφική τεκμηρίωση. Σε ό,τι αφορά στις αρχαιότητες, πραγματοποιήθηκαν κάποιες πρόδρομες εργασίες αποδελτίωσης και χαρτογραφικού εντοπισμού με σκοπό την παραγωγή ενημερωμένων αρχαιολογικών χαρτών για το σύνολο της επικράτειας.

1993

Δημοσιεύεται ο χαρτώος Διαρκής Κατάλογος των Κηρυγμένων Αρχαιολογικών Χώρων και Μνημείων της Ελλάδος. Ξεκινούν οι πρώτες προσπάθειες για τη συγκρότηση ενός κεντρικού ψηφιακού αρχείου μνημείων με την ονομασία ΠΟΛΕΜΩΝ.

Περισσότερα

Τη δεκαετία του 1990 και με Διευθυντή τον Πάντο Πάντο, η ΔΑΜΔ αναδιοργανώνεται ριζικά. Πραγματοποιούνται οι «προκαταρκτικές ενέργειες», όπως τις χαρακτηρίζει ο ίδιος και τίθενται τα θεμέλια για τη δημιουργία ενός Εθνικού Αρχείου Μνημείων. Δημοσιεύεται το 1993 για πρώτη φορά η χαρτώα έκδοση του Διαρκούς Καταλόγου των κηρυγμένων αρχαιολογικών χώρων και μνημείων της Ελλάδας. Οι 120 τόμοι του περιλάμβαναν το σύνολο των δημοσιευμένων στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως διοικητικών πράξεων κήρυξης/χαρακτηρισμού μνημείων από το Υπουργείο Πολιτισμού, καθώς και οριοθέτησης ζωνών προστασίας Α ́ και Β ́ στους αρχαιολογικούς χώρους εκτός σχεδίων πόλεως ή ορίων νομίμως υφισταμένων οικισμών.

Αντίστοιχα, συντάχθηκε ο Διαρκής Κατάλογος των κηρυγμένων κινητών πολιτιστικών αγαθών της Ελλάδος, ο οποίος περιλάμβανε τα μεταβυζαντινά και νεώτερα, μεταγενέστερα του 1830, χαρακτηρισμένα κινητά μνημεία. Με τον τρόπο αυτό, καθίστανται πλέον προσιτές για πρώτη φορά σε μια ενιαία κωδικοποίηση οι κηρύξεις και προσφέρεται ένα εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο στις αρμόδιες για την προστασία των μνημείων Υπηρεσίες του Υπουργείου.

Την ίδια περίοδο, μεταξύ 1993-1997 σχεδιάζεται το πρώτο πληροφοριακό σύστημα για την καθιέρωση ενός κεντρικού, ενιαίου και ολοκληρωμένου συστήματος καταγραφής, τεκμηρίωσης, διαχείρισης και προβολής των κινητών μνημείων με την ονομασία ΠΟΛΕΜΩΝ.  Στο πλαίσιο του ΠΟΛΕΜΩΝΑ δημιουργήθηκε και ο πυρήνας των Θησαυρών όρων του Εθνικού Αρχείου Μνημείων.

Το έργο της καταγραφής των ακινήτων και κινητών μνημείων της επικράτειας επιτελούσαν οι Εφορείες Αρχαιοτήτων και τα Μουσεία. Όπως είναι γνωστό, οι περισυλλογές και καταγραφές αρχαιοτήτων συνδέονται εξαρχής με την οργανωμένη προσπάθεια του νεοπαγούς κράτους για την προστασία της “κληρονομιάς” του, τη συγκρότηση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, καθώς και την ίδρυση των πρώτων μουσείων. Οι καταγραφές και τα αρχεία οργανώνονται κατά βάση σε αποκεντρωμένο επίπεδο σε άμεση συνάρτηση με την αρχαιολογική έρευνα πεδίου και το έργο της προστασίας εν γένει. Η οργανωσιακή δομή της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, η παράλληλη λειτουργία μέχρι το 1965 μιας ξεχωριστής Διευθύνσεως Αναστηλώσεως και Εκκλησιαστικής Αρχιτεκτονικής, αλλά και οι διαδοχικές εθνικές περιπέτειες και η συνακόλουθη έλλειψη πόρων, είναι κάποιες από τις αιτίες της απουσίας ενός κεντρικού αρχείου μνημείων.

Όπως επισημαίνει ο Επίτιμος Διευθυντής του Εθνικού Αρχείου Μνημείων και θεμελιωτής του, Πάντος Πάντος, στην απουσία κεντρικού αρχείου μνημείων στη χώρα μας συνετέλεσε το γεγονός ότι τα χρονολογούμενα μέχρι το 1453 μ.Χ. ακίνητα μνημεία προστατεύονται αυτοδικαίως. Ως εκ τούτου, η απογραφή τους σε ένα επίσημο μητρώο δεν κρίθηκε επιτακτική, σε αντίθεση με τη συστηματική, κατά το δυνατόν, ευρετηρίαση των αρχαίων κινητών πολιτιστικών αγαθών που αποσκοπούσε στην πάταξη της αρχαιοκαπηλίας και στην αποτροπή της παράνομης διακίνησης. Ο ίδιος συσχετίζει τις απαρχές του Εθνικού Αρχείου Μνημείων με την επέκταση της προστασίας κατά τον Μεσοπόλεμο στα παλαιότερα του 1830 «ιστορικά, καλλιτεχνικά μνημεία» και στις «εκκλησίες», καθώς και στις κηρύξεις «διατηρητέων αρχαιολογικών και ιστορικών χώρων». Όπως δε σημειώνει «δια του καταλόγου έλυαν εκ των προτέρων οποιαδήποτε αμφισβήτησι περί της υπαγωγής ή μη ενός μνημείου ή έργου στις προστατευτικές διατάξεις του νόμου. Η χρησιμότις του καταλόγου ήταν προφανής, ιδίως στις περιπτώσεις ποινικών δικών». Έχει προηγηθεί η μέριμνα για την καταγραφή των ευρισκομένων σε μονές, εκκλησίες και άλλα δημόσια, δημοτικά και κοινοτικά ιδρύματα έργων Βυζαντινής και Μεσαιωνικής τέχνης, τα οποία περιέρχονται στην κατοχή του κράτους. Μετά τον Πόλεμο, με τον Ν. 1469/1950 «Περί προστασίας ειδικής κατηγορίας οικοδομημάτων και έργων τέχνης, μεταγενέστερων του 1830» (ΦΕΚ 169/Α/7.8.1950), θεσπίζεται και στην Ελλάδα η προστασία των νεώτερων μνημείων. Η διαδικασία του χαρακτηρισμού διευρύνεται έτσι ώστε να συμπεριλάβει τα χρήζοντα ειδικής κρατικής προστασίας κινητά («ζωγραφικά, γλυπτικά, αρχιτεκτονικά έργα και έργα προηγμένης βιοτεχνίας ή αξιολόγου λαϊκής τέχνης») και ακίνητα μνημεία («καλλιτεχνικά και ιστορικά μνημεία και οικοδομήματα»), καθώς και τους ιστορικούς τόπους και τόπους φυσικού κάλλους. Η δημοσίευση στο ΦΕΚ λειτουργεί ως εργαλείο προστασίας.

1996

Η ΔΑΜΔ μεταστεγάζεται στο κτήριο της οδού Ασωμάτων 11 δίπλα στον αρχαίο Κεραμεικό.

Περισσότερα

Το πρόβλημα της μόνιμης στέγασης της Υπηρεσίας και του Αρχείου σε κατάλληλες εγκαταστάσεις επιλύθηκε μερικώς στα τέλη του 1996, όταν μετά από διάφορες περιπέτειες η ΔΔΕΑΜ μεταστεγάζεται από τα γραφεία της Πλατείας Καρύτση στο κτήριο της οδού Αγίων Ασωμάτων 11. Τα καινούργια γραφεία και οι μεγάλοι χώροι δίνουν τη δυνατότητα να αναπτυχθούν νέα προγράμματα και δραστηριότητες.

Το ακίνητο, μαζί με άλλα στο ίδιο και σε όμορα οικοδομικά τετράγωνα, είχε αρχικά απαλλοτριωθεί τη δεκαετία του 1970 για την επέκταση της ανασκαφής του αρχαίου Κεραμεικού. Ωστόσο, οι εποχές και οι προτεραιότητες αλλάζουν και πολλά από τα κτίρια που προορίζονταν για κατεδάφιση, μεταξύ των οποίων και αυτό της Ασωμάτων, κρίνονται διατηρητέα και διασώζονται. Το 1993, στην έκθεση αυτοψίας της Διεύθυνσης Πολιτιστικών Κτιρίων και Αναστηλώσεως Νεωτέρων Μνημείων, το κτήριο περιγράφεται ως τετραώροφο με υπόγειο στην όψη και 5ο όροφο σε εσοχή, χαρακτηριστική πολυγωνική κάτοψη με παράγωνους χώρους και πολύ ενδιαφέρουσα πρόσοψη με νεοκλασσικά μορφολογικά στοιχεία χωρίς συμμετρία στα κουφώματα. Τονίζεται επίσης η μικτή κατασκευή του, δηλαδή φέρουσα τοιχοποιία από λιθοδομή και οπλισμένο σκυρόδεμα στο κλιμακοστάσιο και στα δάπεδα. Στη συνέχεια, κατόπιν της ομόφωνης γνωμοδότησης του ΚΣΝΜ, εκδίδεται η Υπουργική Απόφαση με την οποία το κτήριο της Αγ. Ασωμάτων 11 χαρακτηρίζεται ως έργο τέχνης, διότι είναι ένα από τα πρώτα πολυώροφα κτίρια της Ελλάδας, με αξιόλογα νεοκλασικά στοιχεία στην όψη ( ΦΕΚ 254/Β/8-4-1994). Το κτήριο μετασκευάζεται αρχικά για μουσειακή χρήση, αλλά το σχέδιο για την ίδρυση “Μουσείου Μητέρας” δεν προχωρά και έτσι παραχωρείται στη ΔΑΜΔ. Σε αυτό, εκτός από τα γραφεία, μεταφέρεται και μέρος του Αρχείου της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας.

Από την ίδρυσή της το 1834, η Αρχαιολογική Υπηρεσία, που αρχικά λειτούργησε ως Γραφείο Αρχαιοτήτων στο Υπουργείο Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως, δημιούργησε ένα πλούσιο αρχείο εγγράφων, σχεδίων και φωτογραφιών, τα οποία αποτελούν πολυτιμώτατα τεκμήρια όχι μόνον για την αρχαιολογική, αλλά και για την ιστορική έρευνα. Η έρευνα και η επιστημονική εκμετάλλευση αυτού του πλουσίου υλικού παρέμενε για δεκαετίες desideratum των αρχαιολογούντων στην Ελλάδα καθώς, λόγω των διαδοχικών αλλαγών και «μετακομίσεων» της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, για πολλά έτη παρέμενε απρόσιτο στους μελετητές. Για να αναφερθούμε μόνο στις «μετακομίσεις» στα νεώτερα χρόνια, το 1958 η Αρχαιολογική Υπηρεσία με την υπαγωγή της στο Υπουργείο Προεδρίας της Κυβερνήσεως μεταφέρθηκε στα προσκτίσματα του Βυζαντινού Μουσείου (εκεί όπου βρίσκεται σήμερα το Πολεμικό Μουσείο). Το 1971 με την ίδρυση του Υπουργείου Πολιτισμού μεταφέρθηκε στην Οδό Αριστείδου 12, ενώ το παλαιό αρχείο της στα υπόγεια του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου (ΕΑΜ).

Σε υπόμνημα του 1978 η Ευαγγελία Δεϊλάκη αναφέρεται στις κακές συνθήκες φύλαξης του στα υπόγεια του ΕΑΜ, σε μια αίθουσα ανεπαρκή που έχει κοινή είσοδο με τις αποθήκες των αγγείων, γεγονός που καθιστά αδύνατη την εργασία και επεξεργασία του. Το 1981 το ανενεργό αρχείο της Γενικής Διευθύνσεως Αρχαιοτήτων και Αναστηλώσεως (ΓΔΔΑ) του Υπουργείου Προεδρίας παραδίδεται για φύλαξη στην Αρχαιολογική Εταιρεία και στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Με βάση το πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής παραχωρήθηκαν «προς φύλαξιν επί παρακαταθήκη» 273 ή 277 χάρτινα κιβώτια και φάκελοι. Το 1988 πραγματοποιείται η πρώτη αυτοψία εκ μέρους της ΔΑΜΔ στο ανενεργό αρχείο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, που βρισκόταν σε υπόγειους χώρους και σε διαδρόμους του ΕΑΜ Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Βρέθηκαν και ταυτίστηκαν 160 από τα 273/277 αρχικά κιβώτια μέσα σε τρεις ξύλινες ντουλάπες. Στην αναφορά της αυτοψίας περιγράφεται ότι τα κουτιά ήταν σε άσχημες συνθήκες διατήρησης, σε μερικές περιπτώσεις εντελώς διαλυμένα, οι ενδείξεις σβησμένες και το υλικό διασκορπισμένο.

Μολονότι το κτήριο της Ασωμάτων 11 δεν είναι κατάλληλο για τη στέγαση και φύλαξη ευαίσθητων αρχείων, το 1997 μπορεί να θεωρηθεί ως η απαρχή της εκπλήρωσης του χρόνιου αιτήματος της τακτοποίησης του ανενεργού αρχείου της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Τότε ολοκληρώνεται η α ́ φάση ταξινόμησης του ανενεργού αρχείου του ΥΠΠΟ και των εποπτευομένων φορέων (μετά το 1971), το οποίο είχε εγκιβωτιστεί από τη Διεύθυνση κατά τη μεταφορά της έδρας του ΥΠΠΟ από την οδό Αριστείδου στη Μπουμπουλίνας και φυλάσσεται στον υπόγειο χώρο της Ασωμάτων 11.

Το 1999 πραγματοποιούνται τουλάχιστον έξι σταδιακές μεταφορές των κιβωτίων μέρους του αρχείου από τα υπόγεια του ΕΑΜ στο κτήριο της Ασωμάτων. Το ιστορικό αρχείο των ετών 1834-1945 βρισκόταν σε σωρούς λυτών εγγράφων των οποίων η σειρά και η ακολουθία είχε διαταραχτεί. Στην κατάσταση αυτή παρελήφθη και καταγράφηκε, με αποτέλεσμα να μην είναι εφικτή η ανασύσταση της αρχικής του τάξης και του αρχειακού δεσμού. Το τμήμα του αρχείου της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας  που δεν παραδόθηκε (κατάλογοι επαρχιακών μουσείων, ημερολόγια ανασκαφών, κ.ά.) εξακολουθεί να βρίσκεται στο ΕΑΜ μέχρι σήμερα.

1998

Ψηφιοποιείται ο Διαρκής Κατάλογος των Κηρυγμένων Αρχαιολογικών Χώρων και Μνημείων της Ελλάδος.

Περισσότερα

Ο Διαρκής Κατάλογος λαμβάνει ψηφιακή μορφή με περισσότερες από 11.500 καταχωρήσεις, που αφορούν ρυθμίσεις για την προστασία περίπου 19.000 μνημείων και αρχαιολογικών χώρων.

Στον νέο ψηφιακό κατάλογο που ενημερώνεται μέχρι και το 2015 εξυπηρετώντας αποτελεσματικά τις Υπηρεσίες στο έργο της προστασίας των μνημείων περιλαμβάνονται και οι ρυθμίσεις του τότε Υπουργείου Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ΥΠΕΧΩΔΕ), καθώς και των Υπουργείων με χωρική αρμοδιότητα (Υπουργείο Μακεδονίας-Θράκης, Υπουργείο Αιγαίου) για τα νεότερα μνημεία. Η εμπειρία που αποκτήθηκε από την Υπηρεσία σε ό,τι αφορά στη συλλογή και την οργάνωση της πληροφορίας, αξιοποιήθηκε στη συνέχεια στον σχεδιασμό και την οργάνωση του μεγάλου έργου του Αρχαιολογικού Κτηματολογίου.

2000

Ξεκινά η ηλεκτρονική καταγραφή του Ιστορικού Αρχείου και δημιουργείται η πρώτη τοπική βάση δεδομένων.

Περισσότερα

Η έναρξη της ηλεκτρονικής καταγραφής του ιστορικού αρχείου της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας τοποθετείται στις αρχές του 2000. Το αρχειακό υλικό, το οποίο άρχισε να συγκεντρώνεται σταδιακά από το 1997 και εξής, υπαγόρευσε την ανάγκη της αρχειοθέτησης και καταγραφής, προκειμένου να καταστεί διαχειρίσιμο και εν τέλει προσβάσιμο. Τα πρώτα σημαντικά βήματα έγιναν με τη δημιουργία μίας τοπικής βάσης δεδομένων από την Α. Αλεξανδρή. Σε αυτά τα πρώτα στάδια καταγραφής, η ΔΑΜΔ συμμετείχε το 1999- 2000 στην κοινοπραξία με τίτλο «Ευρωπαϊκό Δίκτυο Εργαστηρίων Πολιτισμικής Κληρονομιάς (AREA I: Archives of European Archaeology)». Η θεματική του εργαστηρίου ήταν «Αρχαιολογία και εθνική ταυτότητα». Αξιοποιώντας υλικό από το ιστορικό αρχείο πραγματοποιήθηκε η συγγραφή και έκδοση μελέτης σχετικής με τον ρόλο της αρχαιολογίας στη διαμόρφωση της σύγχρονης Ελλάδας.

Στη συνέχεια, το 2008, στο πλαίσιο του έργου «Ψηφιοποίηση και Ψηφιακή Τεκμηρίωση Συλλογών και Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού», καταγράφηκαν ηλεκτρονικά στη βάση δεδομένων και ψηφιοποιήθηκαν επιλεγμένα τεκμήρια, κυρίως έγγραφα, φωτογραφίες, σχέδια και τοπογραφικοί χάρτες του 19ου αιώνα.

2002

Κατοχυρώνεται νομοθετικά το Εθνικό Αρχείο Μνημείων.

Περισσότερα

Η νέα χιλιετία ταυτίζεται με μια μείζονα νομοθετική τομή, τον ν. 3028 «Για την Προστασία των Αρχαιοτήτων και της Πολιτιστικής Κληρονομιάς εν γένει» (ΦΕΚ 153/Α/28.6.2002) με το άρθρο 4 του οποίου θεσμοθετείται το Εθνικό Αρχείο Μνημείων: «Τα μνημεία καταγράφονται, τεκμηριώνονται και καταχωρούνται στο Εθνικό Αρχείο Μνημείων, που τηρείται στο Υπουργείο Πολιτισμού… Στο Εθνικό Αρχείο Μνημείων καταχωρίζεται, το αργότερο ανά τριετία, το πόρισμα επιθεώρησης για την κατάσταση κάθε ακινήτου μνημείου που διενεργείται από την αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού».

2008

Ολοκληρώνεται το έργο “Ψηφιοποίηση και Ψηφιακή Τεκμηρίωση Συλλογών Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού”.

Το Ιστορικό Αρχείο Αρχαιοτήτων και αναστηλώσεων βρίσκει μόνιμη στέγη στην οδό Ψαρομηλίγκου 22.

Περισσότερα

Με την ολοκλήρωση του έργου «Ψηφιοποίηση και Ψηφιακή Τεκμηρίωση Συλλογών Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού» δημιουργούνται οι υποδομές για την υλοποίηση του Ψηφιακού Εθνικού Αρχείου Μνημείου με αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών. Παράλληλα, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την οργάνωση του Αρχείου της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και την εκπλήρωση της αποστολής του με την απόκτηση μόνιμης και κατάλληλης στέγης και το άνοιγμά του στους ερευνητές και το ενδιαφερόμενο κοινό.

Το έργο «Ψηφιοποίηση και Ψηφιακή Τεκμηρίωση Συλλογών Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού», που ολοκληρώθηκε το 2008, αποτέλεσε τη συνέχεια του ΠΟΛΕΜΩΝΑ. Έδωσε δε τη βασική κατεύθυνση, που διατηρείται μέχρι σήμερα ως προς τον μνημειοκεντρικό χαρακτήρα του Εθνικού Αρχείου Μνημείων, την αυτόματη απόδοση ενός μοναδικού αριθμού μητρώου, αλλά και την αποκεντρωμένη διάρθρωση και λειτουργία του μέσω ενός δικτύου ανεξάρτητων σταθμών εγκατεστημένων στις κατά τόπους Υπηρεσίες και μουσεία του ΥΠΠΟΑ, οι οποίοι συντονίζονται από τη ΔΔΕΑΜ. Μια ακόμη καινοτομία υπήρξε η κατάρτιση δίγλωσσων θησαυρών ορολογίας, με περισσότερους από 20.000 όρους, για την υποστήριξη της καταγραφής και τεκμηρίωσης. Πρόκειται για ένα επιστημονικό έργο που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1990 με τον ΠΟΛΥΔΕΥΚΗ και εξελίχθηκε στη συνέχεια μέσω διαδοχικών έργων και ιδίως με τον «Εμπλουτισμό των Ψηφιακών Συλλογών Κινητών Μνημείων του ΥΠΠΟΑ». Η αξία του υπερβαίνει τα όρια του Εθνικού Αρχείου Μνημείων, καθώς αποτελεί ένα πολύτιμο εργαλείο για την ελληνική και διεθνή αρχαιολογική κοινότητα.

Το 2008 το Ιστορικό Αρχείο Αρχαιοτήτων και Αναστηλώσεων στεγάζεται μόνιμα στο νέο του κτήριο στην Οδό Ψαρομηλίγκου 22. Η ΔΔΕΑΜ, ήδη από την μετακόμισή της στο κτήριο της Ασωμάτων, αναζητούσε κατάλληλο χώρο για τη σωστή στέγαση και φύλαξη των αρχείων. Είχε εντοπιστεί το ακίνητο στη Ψαρομηλίγκου, το οποίο παλαιότερα φιλοξενούσε το τυπογραφείο Στεργιάδου και είχε και αυτό απαλλοτριωθεί για αρχαιολογικούς σκοπούς τη δεκαετία του 1970. Μετά την έξωση του τυπογραφείου από το κτήριο, εκπονήθηκε μελέτη από την Υπηρεσία Πολιτιστικών Κτιρίων και Νεωτέρων Μνημείων με τις προδιαγραφές που δόθηκαν από τη ΔΔΕΑΜ, έτσι ώστε να πληροί τις προϋποθέσεις της αρχειακής λειτουργίας, με χώρους υποδοχής των μελετητών, αρχειοστάσιο, φωτογραφικό εργαστήριο, κ.λπ. Το κτήριο αποκαταστάθηκε στο διάστημα 2001-2008. Τότε ξεκίνησε και συνεχίστηκε για κάποια χρόνια η μεταφορά των κιβωτίων των αρχείων από τα διάφορα σημεία αποθήκευσής τους για να ακολουθήσει η εργώδης προσπάθεια ταξινόμησής τους στο νέο τους «σπίτι».

Η περάτωση του ειδικού αυτού κτηρίου – βάσει προδιαγραφών που ετέθησαν από την ίδια την Υπηρεσία- και η μεταφορά ολοκλήρου του πολυτίμου αρχείου, άνοιξε μία νέα σελίδα για την συντήρησή του, αλλά και τη μελέτη του περιεχομένου του. Πολλοί συνάδελφοι όλων των ειδικοτήτων μόνιμοι και συμβασιούχοι δούλεψαν για το σκοπό της διάσωσης των αρχείων και της ευπρεπούς στέγασής τους για να παραδοθούν στις μελλοντικές γενιές.

2009
Ξεκινά η συνεργασία με την Europeana.

Περισσότερα

Μέσα από τα πρώτα ευρωπαϊκά προγράμματα, καθώς και τη συνεργασία με το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης, ψηφιοποιούνται μικρά τμήματα συλλογών Εφορειών Αρχαιοτήτων και Μουσείων του Υπουργείου Πολιτισμού και το υλικό και τα μεταδεδομένα παρέχονται στην ψηφιακή βιβλιοθήκη της Europeana.

Την πενταετία 2006-2011, υπό τη Διεύθυνση της Μεταξίας Τσιποπούλου, η συμμετοχή σε διεθνή προγράμματα, δίδει τη δυνατότητα συνεργασίας και ανταλλαγής τεχνογνωσίας με φορείς που διέθεταν εκτεταμένη εμπειρία σε θέματα ψηφιακής τεκμηρίωσης και διαχείρισης. Οι Υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ εξοικειώνονται σταδιακά με τις διαδικασίες ηλεκτρονικής τεκμηρίωσης και ψηφιοποίησης, καθιερώνονται κοινές πρακτικές και υιοθετούνται διεθνείς προδιαγραφές και πρότυπα ψηφιοποίησης και ηλεκτρονικής τεκμηρίωσης. Την ίδια περίοδο καλλιεργείται περαιτέρω η συνεργασία με ευρωπαϊκά δίκτυα προβολής για την ανάδειξη μικρών ψηφιακών συλλογών από το ελληνικό πολιτιστικό απόθεμα στην Europeana.

europeana.eu

2013

Το έργο Ψηφιακές Συλλογές Κινητών Μνημείων εντάσσεται στο ΕΣΠΑ.

Περισσότερα

Στις αρχές της δεκαετίας του 2010 και σε ένα περιβάλλον βαθειάς κρίσης καθίσταται φανερό ότι το Υπουργείο κινδυνεύει να απωλέσει την ευκαιρία του ψηφιακού μετασχηματισμού του Εθνικού Αρχείου Μνημείων. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος ανατίθεται στη Διεύθυνση Διαχείρισης Εθνικού Αρχείου Μνημείων η υλοποίηση δύο μεγάλων χρηματοδοτούμενων από πόρους του ΕΣΠΑ ψηφιακών έργων, των “Ψηφιακών Συλλογών Κινητών Μνημείων του ΥΠΠΟΑ” και του “Αρχαιολογικού Κτηματολογίου” με τα οποία το Εθνικό Αρχείο Μνημείων περνά πλέον σε νέα κλίμακα.

Με τη διαδοχική ηγεσία της Έλενας Κουντούρη, της Βάσως Παπαγεωργίου και της Ευγενίας Γερούση, η Διεύθυνση πραγματοποίησε ένα πρωτόγνωρο, γεμάτο προκλήσεις και αντιξοότητες εγχείρημα τόσο από επιστημονική όσο και από διαχειριστική άποψη.

Το νέο πληροφοριακό σύστημα σχεδιάστηκε από την αρχαιολόγο και πληροφορικό Αλεξάνδρα Αλεξανδρή με τη συνεργασία των στελεχών της Διεύθυνσης με βάση τις αρχές του προηγούμενου έργου και την εμπειρία που είχε στο μεταξύ αποκτηθεί από την υλοποίηση και εφαρμογή του.

2015

Ολοκληρώνονται η πρώτη φάση του έργου του Αρχαιολογικού Κτηματολογίου και το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα του Ιστορικού Αρχείου Αρχαιοτήτων και Αναστηλώσεων.

Περισσότερα

Το 2015 ολοκληρώνεται το πρώτο στάδιο της μεγάλης προσπάθειας για τη δημιουργία του Ψηφιακού Εθνικού Αρχείου Μνημείων.

Με το έργο «Η Διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς της Ελλάδας μέσα από το αρχείο των Υπηρεσιών των Αρχαιοτήτων: ψηφιοποίηση και αξιοποίηση ιστορικών τεκμηρίων», ψηφιοποιήθηκαν και τεκμηριώθηκαν ψηφιακά συνολικά 14.634 ιστορικά τεκμήρια του 19ου και του 20ου αιώνα, τόσο στο χώρο του ΙΑΑΑ όσο και στις Περιφερειακές Υπηρεσίες Δελφών, Κυκλάδων και Ρόδου.

Στο πλαίσιο του ίδιου έργου συντελέστηκε η μετάπτωση των εγγραφών της ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων σε νέο πληροφοριακό σύστημα. Το νέο πληροφοριακό σύστημα του ΙΑΑΑ παρουσιάστηκε στο κοινό σε ημερίδα με τίτλο «ΑΠΟ ΤΗ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΗ ΣΤΗΝ ΨΗΦΙΑΚΗ (ΚΑΤΑ) ΓΡΑΦΗ. Η παρουσίαση του πληροφοριακού συστήματος τεκμηρίωσης, διαχείρισης και προβολής αρχειακού υλικού των Υπηρεσιών Αρχαιοτήτων», με αφορμή τον εορτασμό της Παγκόσμιας Ημέρας Αρχείων στις 9 Ιουνίου 2015.

Το 2015 στο πλαίσιο της ολοκλήρωσης της πρώτης φάσης του έργου του Αρχαιολογικού Κτηματολογίου πραγματοποιήθηκε η καταγραφή και ο γεωχωρικός εντοπισμός των μνημείων, των αρχαιολογικών χώρων και των ζωνών προστασίας που βρίσκονται στις περιφερειακές ενότητες Αττικής και Βοιωτίας.

 

2021

Αποδίδεται στις Υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Ψηφιακές Συλλογές Κινητών Μνημείων.

Ολοκληρώνεται το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Αρχαιολογικό Κτηματολόγιο και αποδίδεται η Πύλη στο κοινό.

Περισσότερα

Η ολοκλήρωση των δύο ψηφιακών έργων, που αποτελούν συστατικά στοιχεία του Εθνικού Αρχείου Μνημείων, αναβαθμίζει καθοριστικά το επίπεδο προβολής της πολιτιστικής κληρονομιάς με τρόπο που αναδεικνύει τον εξαιρετικό πλούτο και τη διαχρονία του πολιτιστικού αποθέματος της Ελλάδας. Παράλληλα, υποστηρίζει την αρχαιολογική έρευνα, καθώς και άλλες επιστημονικές έρευνες που κινούνται σε νέες κατευθύνσεις, όπως αυτή των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στην πολιτιστική κληρονομιά. Τροφοδοτεί επίσης, τον Εθνικό Συσσωρευτή Ψηφιακού Πολιτιστικού Περιεχομένου (ΕΚΤ), αλλά και διεθνείς συσσωρευτές, όπως η Europeana, με μεταδεδομένα για το ελληνικό πολιτιστικό απόθεμα. Τέλος, οι διαδραστικές λειτουργίες των διαδικτυακών πυλών προσφέρονται προς αξιοποίηση από την εκπαιδευτική κοινότητα.

Με το έργο του «Εμπλουτισμού των Ψηφιακών Συλλογών Κινητών Μνημείων του ΥΠΠΟΑ» δημιουργήθηκε ένα νέο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα για την καταγραφή, τεκμηρίωση και διαχείριση του πολιτιστικού αποθέματος της επικράτειας, το οποίο εμπλουτίστηκε με περισσότερα από 680.000 νέα τεκμήρια και συνεχίζει να εμπλουτίζεται. Παράλληλα επεκτάθηκε και αναβαθμίστηκε εν γένει το δίκτυο του Εθνικού Αρχείου Μνημείων. Σύμφωνα με έναν αποκεντρωμένο σχεδιασμό, το σύνολο των αρμοδίων για την προστασία των κινητών μνημείων Κεντρικών, Περιφερειακών και Ειδικών Περιφερειακών Υπηρεσιών του ΥΠΠΟΑ έχουν διαβαθμισμένη πρόσβαση στο εν λόγω σύστημα, μέσω του οποίου καθίσταται δυνατή η πλήρης εποπτεία σε πραγματικό χρόνο της κατάστασης διατήρησης και της θέσης των μνημείων, μαζί με την πλήρη επιστημονική τεκμηρίωσή τους. Με τον τρόπο αυτό, παρέχεται στις Υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ ένα απολύτως αναγκαίο και σχεδιασμένο με βάση τις ανάγκες τους εργαλείο για την αποτελεσματική προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς από φυσικούς και ανθρωπογενείς παράγοντες και ιδίως έναντι απώλειας, κλοπής και αρχαιοκαπηλίας. Συγχρόνως προσφέρεται για πρώτη φορά πρόσβαση στο κοινό σε ένα σημαντικό δείγμα του αρχαιολογικού πλούτου της Ελλάδας, που είτε εκτίθεται στα μουσεία της χώρας, είτε φυλάσσεται στις αρχαιολογικές αποθήκες, ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό τη δυνατότητα ισότιμης απόλαυσης της πολιτιστικής κληρονομιάς σε πολίτες με αδυναμία φυσικής πρόσβασης.

Με το έργο του «Αρχαιολογικού Κτηματολογίου» το Εθνικό Αρχείο Μνημείων εκτείνεται ώστε να συμπεριλάβει τα ακίνητα μνημεία. Προς τούτο δημιουργείται ένα Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα για τη συστηματική καταγραφή, τεκμηρίωση, ψηφιοποίηση και διαχείριση αρχαιολογικών, διοικητικών και γεωχωρικών δεδομένων που αφορούν στην πολιτιστική κληρονομιά της επικράτειας και στην ακίνητη περιουσία του ΥΠΠΟΑ. Σήμερα, το Αρχαιολογικό Κτη- ματολόγιο περιλαμβάνει περισσότερα από 18.000 μνημεία, 3.800 αρχαιολογικούς χώρους και ιστορικούς τόπους και 845 ζώνες προστασίας, συμβάλλοντας με τη σειρά του στην εποπτεία και ολοκληρωμένη προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, υποστηρίζοντας τον χωρικό σχεδιασμό, παρέχοντας έγκυρη ενημέρωση για τις επενδύνσεις σε περιοχές με μνημεία, αρχαιολογικούς χώρους και ιστορικούς τόπους, βοηθώντας στην ορθολογική διαχείριση και αξιοποίηση της Δημόσιας περιουσίας και προωθώντας τον ψηφιακό μετασχηματισμό της Δημόσιας Διοίκησης.

2022

Το Αρχαιολογικό  Κτηματολόγιο βραβεύεται στα Βραβεία Ψηφιακής Διακυβέρνησης.

Περισσότερα

Η Διεύθυνση Διαχείρισης Εθνικού Αρχείου Μνημείων διακρίθηκε στα Βραβεία Ψηφιακής Διακυβέρνησης 2021 για το έργο «Αρχαιολογικό Κτηματολόγιο», με βραβείο στην κατηγορία «Καλύτερης Εφαρμοσμένης Ιδέας» στη θεματική ενότητα «Παιδεία και Πολιτισμός». Το Βραβείο απένειμε η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη στην ομάδα ευθύνης του έργου.

Τα Βραβεία Ψηφιακής Διακυβέρνησης απονεμήθηκαν για πρώτη φορά σε φορείς του δημόσιου τομέα ή δημόσιους υπαλλήλους και λειτουργούς, οι οποίοι σχεδίασαν ή εφάρμοσαν πρωτοπόρες εφαρμογές κατά την περίοδο 2020-2021 με στόχο τον ψηφιακό μετασχηματισμό της δημόσιας διοίκησης και τη βελτίωση του διοικητικού περιβάλλοντος στη χώρα.

2022

Η  Διαδικτυακή πύλη του Ιστορικού Αρχείου Αρχαιοτήτων και Αναστηλώσεων αποδίδεται στο κοινό.

Ξεκινούν τα έργα καταγραφής και τεκμηρίωσης στο Τατόι.

2024

Αναβαθμίζονται οι ψηφιακές υποδομές και οι παρεχόμενες υπηρεσίες του Εθνικού Αρχείου Μνημείων, καθώς τα πληροφοριακά συστήματα του Εθνικού Αρχείου Μνημείων μεταφέρονται στο κυβερνητικό νέφος (G-Cloud).

2024

Δημοσιεύονται οι πρώτοι αναλυτικοί κατάλογοι των εκθεμάτων των Αρχαιολογικών Μουσείων της Ηπείρου στη σειρά «Οι Εκθέσεις των Πιστοποιημένων Μουσείων».

2024

Ξεκινά το έργο της αναβάθμισης του Αρχαιολογικού Κτηματολογίου.